Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στο παρελθόν βασιζόταν κυρίως στην άμεση προσαρμογή of στην τρέχουσα ζήτηση των καταναλωτών, διασφαλίζοντας έτσι μια σταθερή ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Ωστόσο, με την αυξανόμενη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η αιολική και η ηλιακή, αλλά και τις αλλαγές στα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης, η παραγωγή έχει αποκτήσει έναν πιο σταθερό και ανεξάρτητο από τη ζήτηση χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, οι παραγωγοί συνεχίζουν να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια ακόμη και όταν η ζήτηση είναι χαμηλή, γεγονός που συχνά οδηγεί σε πλεονάζουσα προσφορά. Αντίστοιχα, σε περιόδους αυξημένης ζήτησης, η απόκριση του συστήματος καθίσταται δυσκολότερη, καθώς η παραγωγή —είτε από ανανεώσιμες είτε από συμβατικές μονάδες— δεν μπορεί πάντα να αυξηθεί επαρκώς και έγκαιρα, δημιουργώντας κίνδυνο ανισορροπίας και ενεργειακών ελλείψεων. Αυτή η ασυμμετρία μεταξύ παραγωγής και ζήτησης προκαλεί το φαινόμενο του κορεσμού στα δίκτυα διανομής, το οποίο θέτει σε δοκιμασία τη λειτουργική σταθερότητα, την αξιοπιστία και την αποδοτικότητα του συνολικού ηλεκτρικού συστήματος.
Βασικοί Ρόλοι και Συμμετέχοντες
Το σύγχρονο ενεργειακό δίκτυο χαρακτηρίζεται από μια πολυπλοκότητα που προκύπτει από την παρουσία και τη συνεργασία διαφόρων τύπων συμμετεχόντων, καθένας με ξεχωριστό ρόλο στην παραγωγή, κατανάλωση ή και τα δύο. Παραδοσιακά, οι βασικοί παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας περιλαμβάνουν μονάδες που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα, όπως λιγνίτη και φυσικό αέριο, οι οποίες λειτουργούν βάσει σταθερών προτύπων παραγωγής και ελέγχου.
Παράλληλα, η αυξανόμενη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), όπως τα φωτοβολταϊκά συστήματα και οι ανεμογεννήτριες, έχει εισαγάγει έναν νέο δυναμισμό στο δίκτυο, καθώς η παραγωγή τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις περιβαλλοντικές καιρικές συνθήκες και συχνά πραγματοποιείται ανεξάρτητα από τη στιγμιαία ζήτηση.

Από την πλευρά της κατανάλωσης, παραδοσιακοί καταναλωτές συνεχίζουν να καλύπτουν τις ενεργειακές τους ανάγκες μέσω του δικτύου, ενώ ταυτόχρονα αναδύονται οι «καταναλωτοπαραγωγοί» ή prosumers, οι οποίοι παράγουν ενέργεια, συχνά μέσω συστημάτων ΑΠΕ με μηχανισμούς όπως το net metering, επιστρέφοντας πλεονάζουσα ενέργεια στο δίκτυο.
Επιπλέον, οι υβριδικές συσκευές and συστήματα, όπως οι μπαταρίες αποθήκευσης, διαδραματίζουν διττό ρόλο ως καταναλωτές κατά τη διαδικασία φόρτισης και ως παραγωγοί κατά την αποφόρτιση, προσφέροντας ευελιξία και δυναμική στη διαχείριση της ενέργειας.
Τέλος, τα ίδια τα φορτία, που περιλαμβάνουν οικιακές πρίζες, κινητήρες, αντλίες και άλλες συσκευές σε βιομηχανικές και γεωργικές εφαρμογές, αποτελούν βασικό στοιχείο του συστήματος, με σημαντική επίδραση στη συνολική ισορροπία του δικτύου.
Τι σημαίνει κορεσμός δικτύου – και γιατί αποτελεί πρόβλημα;
Ο κορεσμός δικτύου αναφέρεται στην κατάσταση κατά την οποία η τοπική ή περιφερειακή υποδομή διανομής ή μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας δεν δύναται να δεχτεί πρόσθετη παραγωγή, κυρίως από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Τεχνικά, αυτό σημαίνει ότι το δίκτυο έχει φτάσει στα όρια της χωρητικότητάς του όσον αφορά τη μεταφορά και διαχείριση ενέργειας, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η σύνδεση νέων μονάδων παραγωγής ή η πλήρης αξιοποίηση της υπάρχουσας παραγωγής.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των κινδύνων που συνεπάγεται ο κορεσμός του δικτύου αποτελεί το blackout της Ιβηρικής Χερσονήσου τον Ιούλιο του 2021, το οποίο επηρέασε περισσότερους από 1,2 εκατομμύρια πολίτες στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Η απότομη μεταβολή στις ροές ισχύος λόγω αποσύνδεσης ενός βασικού τμήματος του διασυνδεδεμένου ευρωπαϊκού συστήματος προκάλεσε αλυσιδωτές αστοχίες σε ήδη επιβαρυμένες γραμμές μεταφοράς, οδηγώντας σε αυτόματη απόρριψη φορτίων (load shedding) για την προστασία της σταθερότητας του συστήματος. Το περιστατικό ανέδειξε τη χαμηλή ανοχή των κορεσμένων δικτύων σε απότομες διαταραχές, καθώς και την ανάγκη για ενίσχυση της ευελιξίας και της ταχείας απόκρισης, ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή διείσδυση ΑΠΕ και αυξημένη εξάρτηση από διασυνδέσεις.
Πρακτικά, ο κορεσμός δικτύου εκδηλώνεται με διάφορα προβλήματα, όπως η απόρριψη (curtailment) μέρους της παραγωγής που δεν μπορεί να απορροφηθεί από το δίκτυο. Επιπλέον, η υπερφόρτωση προκαλεί υπερτάσεις και δυσχεραίνει τη σταθερότητα του συστήματος, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε διακοπές ή βλάβες. Αυτό σήμερα οδηγεί σε φαινόμενα όπως η καθυστέρηση ή η αναμονή για τη σύνδεση νέων φωτοβολταϊκών συστημάτων και άλλων μονάδων ΑΠΕ.
Από οικονομική σκοπιά, ο κορεσμός του δικτύου συνεπάγεται μειωμένα έσοδα για τους παραγωγούς, καθώς περιορίζεται η δυνατότητα πώλησης ενέργειας, ενώ παράλληλα δημιουργείται αβεβαιότητα για μελλοντικές επενδύσεις στον τομέα των ΑΠΕ, επιβραδύνοντας τη μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό μοντέλο.
Έμμεσες Χρεώσεις Δικτύου
Στο σύγχρονο ενεργειακό σύστημα, οι καταναλωτές δεν επιβαρύνονται μόνο όταν λαμβάνουν ηλεκτρική ενέργεια από το δίκτυο, αλλά και όταν διοχετεύουν ενέργεια πίσω σε αυτό, όπως συμβαίνει με τους «καταναλωτοπαραγωγούς» που χρησιμοποιούν φωτοβολταϊκά συστήματα. Αυτό οφείλεται στις χρεώσεις μεταφοράς και διανομής, που αφορούν τη χρήση της υποδομής του δικτύου.
Η βασική λογική πίσω από αυτές τις «κρυφές χρεώσεις» είναι ότι το δίκτυο αποτελεί ένα κόστος που πρέπει να καλύπτεται από όλους όσους το χρησιμοποιούν. Επομένως, είτε κάποιος παίρνει ρεύμα από το δίκτυο είτε επιστρέφει ενέργεια σε αυτό, συμμετέχει στην κάλυψη των εξόδων λειτουργίας και συντήρησης της υποδομής. Ανεξαρτήτως του αν το ετήσιο ενεργειακό του ισοζύγιο είναι μηδενικό ή θετικό (π.χ. στην περίπτωση αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό), εξακολουθεί να κάνει χρήση του δικτύου, ειδικά σε ώρες που η παραγωγή του δεν καλύπτει τη ζήτησή του, όπως το βράδυ, και αντίστοιχα εγχέει ενέργεια σε ώρες με χαμηλή κατανάλωση, όπως το μεσημέρι. Για τον λόγο αυτό, επιβάλλονται χρεώσεις μεταφοράς και διανομής, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο το συνολικό όγκο ενέργειας, αλλά και τις χρονικές αποκλίσεις μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης.
Αντιμετώπιση του κορεσμού: Τεχνολογικές και στρατηγικές λύσεις
Η αντιμετώπιση του φαινομένου του κορεσμού στα δίκτυα διανομής απαιτεί την υιοθέτηση συνδυαστικών τεχνολογικών and οργανωτικών μέτρων που βελτιώνουν την ευελιξία και τη διαχείριση της ενέργειας.

Μία από τις βασικές λύσεις είναι η αποθήκευση ενέργειας μέσω συστημάτων μπαταριών, τα οποία συγκρατούν την περίσσεια ηλεκτρικής ενέργειας όταν η παραγωγή υπερβαίνει τη ζήτηση και την απελευθερώνουν όταν η ζήτηση αυξάνεται ή το δίκτυο δεν μπορεί να απορροφήσει άμεσα την παραγωγή.
Παράλληλα, η επιστροφή της ενέργειας στο δίκτυο πραγματοποιείται όταν το σύστημα έχει τη δυνατότητα απορρόφησης, αξιοποιώντας τα περιθώρια χωρητικότητας του δικτύου. Επιπλέον, αυτοματισμοί και έξυπνοι διακόπτες διαχειρίζονται δυναμικά την παραγωγή, διακόπτοντας προσωρινά την παροχή ενέργειας όταν το δίκτυο βρίσκεται σε κορεσμό, αποτρέποντας έτσι προβλήματα σταθερότητας. Τέλος, η ανάπτυξη τοπικών δικτύων (microgrids) επιτρέπει την τοπική διαχείριση της ενέργειας, μειώνοντας το φορτίο στο ευρύτερο δίκτυο και βελτιώνοντας τη συνολική απόδοση και αξιοπιστία του συστήματος.
Προς ένα πιο έξυπνο, αποκεντρωμένο και συντονισμένο δίκτυο
Το σύγχρονο ενεργειακό σύστημα χαρακτηρίζεται από πολυσύνθετη δομή και αλληλεξαρτήσεις, που απαιτούν ολοκληρωμένες λύσεις. Η αποτελεσματική διαχείριση του κορεσμού στα δίκτυα διανομής προϋποθέτει τον συνδυασμό προηγμένων τεχνολογιών, όπως συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, αυτοματισμοί and ευφυής έλεγχος, μαζί με κατάλληλα ρυθμιστικά πλαίσια που διασφαλίζουν δίκαιη πρόσβαση και αποδοχή από όλους τους συμμετέχοντες. Παράλληλα, η στρατηγική πρόβλεψη και ο design είναι απαραίτητα εργαλεία για την αποφυγή ενεργειακών αδιεξόδων και την ομαλή μετάβαση σε ένα βιώσιμο μοντέλο.
Καθοριστικό ρόλο στη μετάβαση προς ένα βιώσιμο και αποδοτικό ενεργειακό σύστημα διαδραματίζει η έννοια της τοπικής παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας, στο πλαίσιο της οποίας οι ενεργειακές ανάγκες μιας περιοχής καλύπτονται, σε σημαντικό βαθμό, από εγχώριους και τοπικά διαθέσιμους πόρους.

Η προώθηση της αποκεντρωμένης παραγωγής συμβάλλει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας του συστήματος, στη μείωση των απωλειών κατά τη μεταφορά και στη μείωση της πίεσης που ασκείται στις υποδομές του κεντρικού δικτύου.
Μέσω της ανάπτυξης ενεργειακών κοινοτήτων, της εγκατάστασης μικρής κλίμακας μονάδων αυτοπαραγωγής και της ενεργού συμμετοχής ευέλικτων καταναλωτών, το ενεργειακό δίκτυο αναδιαμορφώνεται σταδιακά σε ένα δυναμικό και προσαρμοστικό οικοσύστημα. Σε αυτό το πλαίσιο, η ενέργεια παράγεται, καταναλώνεται, αποθηκεύεται και διανέμεται κατά κύριο λόγο σε τοπικό επίπεδο, με τρόπο που ενισχύει την αποδοτικότητα, τη βιωσιμότητα και την ασφάλεια εφοδιασμού.
Ο κορεσμός, αν και υποδηλώνει επιτυχία στην ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών, αποτελεί ταυτόχρονα πρόκληση και ευκαιρία για τη διαμόρφωση του επόμενου σταδίου εξέλιξης του ενεργειακού δικτύου, που θα πρέπει να είναι πιο έξυπνο, αποκεντρωμένο και συντονισμένο.
Τι ισχύει με τα κορεσμένα δίκτυα;
Dimitrios Vezeris
General Director
ΙΩΝΙΚΗ Autonomous
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στο παρελθόν βασιζόταν κυρίως στην άμεση προσαρμογή of στην τρέχουσα ζήτηση των καταναλωτών, διασφαλίζοντας έτσι μια σταθερή ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Ωστόσο, με την αυξανόμενη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η αιολική και η ηλιακή, αλλά και τις αλλαγές στα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης, η παραγωγή έχει αποκτήσει έναν πιο σταθερό και ανεξάρτητο από τη ζήτηση χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, οι παραγωγοί συνεχίζουν να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια ακόμη και όταν η ζήτηση είναι χαμηλή, γεγονός που συχνά οδηγεί σε πλεονάζουσα προσφορά. Αντίστοιχα, σε περιόδους αυξημένης ζήτησης, η απόκριση του συστήματος καθίσταται δυσκολότερη, καθώς η παραγωγή —είτε από ανανεώσιμες είτε από συμβατικές μονάδες— δεν μπορεί πάντα να αυξηθεί επαρκώς και έγκαιρα, δημιουργώντας κίνδυνο ανισορροπίας και ενεργειακών ελλείψεων. Αυτή η ασυμμετρία μεταξύ παραγωγής και ζήτησης προκαλεί το φαινόμενο του κορεσμού στα δίκτυα διανομής, το οποίο θέτει σε δοκιμασία τη λειτουργική σταθερότητα, την αξιοπιστία και την αποδοτικότητα του συνολικού ηλεκτρικού συστήματος.
Βασικοί Ρόλοι και Συμμετέχοντες
Το σύγχρονο ενεργειακό δίκτυο χαρακτηρίζεται από μια πολυπλοκότητα που προκύπτει από την παρουσία και τη συνεργασία διαφόρων τύπων συμμετεχόντων, καθένας με ξεχωριστό ρόλο στην παραγωγή, κατανάλωση ή και τα δύο. Παραδοσιακά, οι βασικοί παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας περιλαμβάνουν μονάδες που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα, όπως λιγνίτη και φυσικό αέριο, οι οποίες λειτουργούν βάσει σταθερών προτύπων παραγωγής και ελέγχου.
Παράλληλα, η αυξανόμενη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), όπως τα φωτοβολταϊκά συστήματα και οι ανεμογεννήτριες, έχει εισαγάγει έναν νέο δυναμισμό στο δίκτυο, καθώς η παραγωγή τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις περιβαλλοντικές καιρικές συνθήκες και συχνά πραγματοποιείται ανεξάρτητα από τη στιγμιαία ζήτηση.

Από την πλευρά της κατανάλωσης, παραδοσιακοί καταναλωτές συνεχίζουν να καλύπτουν τις ενεργειακές τους ανάγκες μέσω του δικτύου, ενώ ταυτόχρονα αναδύονται οι «καταναλωτοπαραγωγοί» ή prosumers, οι οποίοι παράγουν ενέργεια, συχνά μέσω συστημάτων ΑΠΕ με μηχανισμούς όπως το net metering, επιστρέφοντας πλεονάζουσα ενέργεια στο δίκτυο.
Επιπλέον, οι υβριδικές συσκευές and συστήματα, όπως οι μπαταρίες αποθήκευσης, διαδραματίζουν διττό ρόλο ως καταναλωτές κατά τη διαδικασία φόρτισης και ως παραγωγοί κατά την αποφόρτιση, προσφέροντας ευελιξία και δυναμική στη διαχείριση της ενέργειας.
Τέλος, τα ίδια τα φορτία, που περιλαμβάνουν οικιακές πρίζες, κινητήρες, αντλίες και άλλες συσκευές σε βιομηχανικές και γεωργικές εφαρμογές, αποτελούν βασικό στοιχείο του συστήματος, με σημαντική επίδραση στη συνολική ισορροπία του δικτύου.
Τι σημαίνει κορεσμός δικτύου – και γιατί αποτελεί πρόβλημα;
Ο κορεσμός δικτύου αναφέρεται στην κατάσταση κατά την οποία η τοπική ή περιφερειακή υποδομή διανομής ή μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας δεν δύναται να δεχτεί πρόσθετη παραγωγή, κυρίως από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Τεχνικά, αυτό σημαίνει ότι το δίκτυο έχει φτάσει στα όρια της χωρητικότητάς του όσον αφορά τη μεταφορά και διαχείριση ενέργειας, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η σύνδεση νέων μονάδων παραγωγής ή η πλήρης αξιοποίηση της υπάρχουσας παραγωγής.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των κινδύνων που συνεπάγεται ο κορεσμός του δικτύου αποτελεί το blackout της Ιβηρικής Χερσονήσου τον Ιούλιο του 2021, το οποίο επηρέασε περισσότερους από 1,2 εκατομμύρια πολίτες στην Ισπανία και την Πορτογαλία. Η απότομη μεταβολή στις ροές ισχύος λόγω αποσύνδεσης ενός βασικού τμήματος του διασυνδεδεμένου ευρωπαϊκού συστήματος προκάλεσε αλυσιδωτές αστοχίες σε ήδη επιβαρυμένες γραμμές μεταφοράς, οδηγώντας σε αυτόματη απόρριψη φορτίων (load shedding) για την προστασία της σταθερότητας του συστήματος. Το περιστατικό ανέδειξε τη χαμηλή ανοχή των κορεσμένων δικτύων σε απότομες διαταραχές, καθώς και την ανάγκη για ενίσχυση της ευελιξίας και της ταχείας απόκρισης, ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή διείσδυση ΑΠΕ και αυξημένη εξάρτηση από διασυνδέσεις.
Πρακτικά, ο κορεσμός δικτύου εκδηλώνεται με διάφορα προβλήματα, όπως η απόρριψη (curtailment) μέρους της παραγωγής που δεν μπορεί να απορροφηθεί από το δίκτυο. Επιπλέον, η υπερφόρτωση προκαλεί υπερτάσεις και δυσχεραίνει τη σταθερότητα του συστήματος, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε διακοπές ή βλάβες. Αυτό σήμερα οδηγεί σε φαινόμενα όπως η καθυστέρηση ή η αναμονή για τη σύνδεση νέων φωτοβολταϊκών συστημάτων και άλλων μονάδων ΑΠΕ.
Από οικονομική σκοπιά, ο κορεσμός του δικτύου συνεπάγεται μειωμένα έσοδα για τους παραγωγούς, καθώς περιορίζεται η δυνατότητα πώλησης ενέργειας, ενώ παράλληλα δημιουργείται αβεβαιότητα για μελλοντικές επενδύσεις στον τομέα των ΑΠΕ, επιβραδύνοντας τη μετάβαση σε ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό μοντέλο.

Έμμεσες Χρεώσεις Δικτύου
Στο σύγχρονο ενεργειακό σύστημα, οι καταναλωτές δεν επιβαρύνονται μόνο όταν λαμβάνουν ηλεκτρική ενέργεια από το δίκτυο, αλλά και όταν διοχετεύουν ενέργεια πίσω σε αυτό, όπως συμβαίνει με τους «καταναλωτοπαραγωγούς» που χρησιμοποιούν φωτοβολταϊκά συστήματα. Αυτό οφείλεται στις χρεώσεις μεταφοράς και διανομής, που αφορούν τη χρήση της υποδομής του δικτύου.
Η βασική λογική πίσω από αυτές τις «κρυφές χρεώσεις» είναι ότι το δίκτυο αποτελεί ένα κόστος που πρέπει να καλύπτεται από όλους όσους το χρησιμοποιούν. Επομένως, είτε κάποιος παίρνει ρεύμα από το δίκτυο είτε επιστρέφει ενέργεια σε αυτό, συμμετέχει στην κάλυψη των εξόδων λειτουργίας και συντήρησης της υποδομής. Ανεξαρτήτως του αν το ετήσιο ενεργειακό του ισοζύγιο είναι μηδενικό ή θετικό (π.χ. στην περίπτωση αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό), εξακολουθεί να κάνει χρήση του δικτύου, ειδικά σε ώρες που η παραγωγή του δεν καλύπτει τη ζήτησή του, όπως το βράδυ, και αντίστοιχα εγχέει ενέργεια σε ώρες με χαμηλή κατανάλωση, όπως το μεσημέρι. Για τον λόγο αυτό, επιβάλλονται χρεώσεις μεταφοράς και διανομής, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο το συνολικό όγκο ενέργειας, αλλά και τις χρονικές αποκλίσεις μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης.
Αντιμετώπιση του κορεσμού: Τεχνολογικές και στρατηγικές λύσεις
Η αντιμετώπιση του φαινομένου του κορεσμού στα δίκτυα διανομής απαιτεί την υιοθέτηση συνδυαστικών τεχνολογικών and οργανωτικών μέτρων που βελτιώνουν την ευελιξία και τη διαχείριση της ενέργειας.

Μία από τις βασικές λύσεις είναι η αποθήκευση ενέργειας μέσω συστημάτων μπαταριών, τα οποία συγκρατούν την περίσσεια ηλεκτρικής ενέργειας όταν η παραγωγή υπερβαίνει τη ζήτηση και την απελευθερώνουν όταν η ζήτηση αυξάνεται ή το δίκτυο δεν μπορεί να απορροφήσει άμεσα την παραγωγή.
Παράλληλα, η επιστροφή της ενέργειας στο δίκτυο πραγματοποιείται όταν το σύστημα έχει τη δυνατότητα απορρόφησης, αξιοποιώντας τα περιθώρια χωρητικότητας του δικτύου. Επιπλέον, αυτοματισμοί και έξυπνοι διακόπτες διαχειρίζονται δυναμικά την παραγωγή, διακόπτοντας προσωρινά την παροχή ενέργειας όταν το δίκτυο βρίσκεται σε κορεσμό, αποτρέποντας έτσι προβλήματα σταθερότητας. Τέλος, η ανάπτυξη τοπικών δικτύων (microgrids) επιτρέπει την τοπική διαχείριση της ενέργειας, μειώνοντας το φορτίο στο ευρύτερο δίκτυο και βελτιώνοντας τη συνολική απόδοση και αξιοπιστία του συστήματος.
Προς ένα πιο έξυπνο, αποκεντρωμένο και συντονισμένο δίκτυο
Το σύγχρονο ενεργειακό σύστημα χαρακτηρίζεται από πολυσύνθετη δομή και αλληλεξαρτήσεις, που απαιτούν ολοκληρωμένες λύσεις. Η αποτελεσματική διαχείριση του κορεσμού στα δίκτυα διανομής προϋποθέτει τον συνδυασμό προηγμένων τεχνολογιών, όπως συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, αυτοματισμοί and ευφυής έλεγχος, μαζί με κατάλληλα ρυθμιστικά πλαίσια που διασφαλίζουν δίκαιη πρόσβαση και αποδοχή από όλους τους συμμετέχοντες. Παράλληλα, η στρατηγική πρόβλεψη και ο design είναι απαραίτητα εργαλεία για την αποφυγή ενεργειακών αδιεξόδων και την ομαλή μετάβαση σε ένα βιώσιμο μοντέλο.

Καθοριστικό ρόλο στη μετάβαση προς ένα βιώσιμο και αποδοτικό ενεργειακό σύστημα διαδραματίζει η έννοια της τοπικής παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας, στο πλαίσιο της οποίας οι ενεργειακές ανάγκες μιας περιοχής καλύπτονται, σε σημαντικό βαθμό, από εγχώριους και τοπικά διαθέσιμους πόρους.
Η προώθηση της αποκεντρωμένης παραγωγής συμβάλλει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας του συστήματος, στη μείωση των απωλειών κατά τη μεταφορά και στη μείωση της πίεσης που ασκείται στις υποδομές του κεντρικού δικτύου.
Μέσω της ανάπτυξης ενεργειακών κοινοτήτων, της εγκατάστασης μικρής κλίμακας μονάδων αυτοπαραγωγής και της ενεργού συμμετοχής ευέλικτων καταναλωτών, το ενεργειακό δίκτυο αναδιαμορφώνεται σταδιακά σε ένα δυναμικό και προσαρμοστικό οικοσύστημα. Σε αυτό το πλαίσιο, η ενέργεια παράγεται, καταναλώνεται, αποθηκεύεται και διανέμεται κατά κύριο λόγο σε τοπικό επίπεδο, με τρόπο που ενισχύει την αποδοτικότητα, τη βιωσιμότητα και την ασφάλεια εφοδιασμού.
Ο κορεσμός, αν και υποδηλώνει επιτυχία στην ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών, αποτελεί ταυτόχρονα πρόκληση και ευκαιρία για τη διαμόρφωση του επόμενου σταδίου εξέλιξης του ενεργειακού δικτύου, που θα πρέπει να είναι πιο έξυπνο, αποκεντρωμένο και συντονισμένο.